Τις τελευταίες καναδυό βδομάδες διάβαζα ένα βιβλίο ενός συγγραφέα που έχω σχετικά πρόσφατα ανακαλύψει, του Philip Roth.
Το βιβλίο λέγεται "Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής" και μιλάει για την περίοδο λίγο πριν και μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, στην Αμερική, μια εποχή όπου ο συγγραφέας ήταν παιδί.
Πάντα με εντυπωσίαζε η οικειότητα που αισθανόμουν με κάποιες πλευρές της Αμερικής.
Μια χώρα που γνώρισα από το σινεμά και που ακόμα και σήμερα δεν έχω επισκεφτεί.
Όταν ήμουν παιδί οι μόνες πληροφορίες που είχα για την Αμερική ήταν μόνο οι ταινίες που παίζονταν στο σινεμά και που σχεδόν όλοι με αυτές μεγαλώσαμε.
Θυμάμαι να πηγαίνω και να στήνομαι στην ουρά για να δω το "Superman", και να θαυμάσω τον Christofer Reeve να κατατροπώνει τον κακό Lex Luthor. Ήμουν τότε 9 χρονών και την ταινία δε μπορούσα να τη βγάλω από το μυαλό μου. Την είδα συνολικά 9 φορές. Ο καλός Clark Kent ήταν για μένα τότε ο ήρωάς μου. Ο άνθρωπος τη ζωή του οποίου θα θελα να ζω.
Μεγαλώνοντας τα συναισθήματα μου άλλαξαν, ή μάλλον εμπλουτίστηκαν. Και λέω εμπλουτίστηκαν, γιατί δεν ένιωθα πια το θαυμασμό και μόνο που ένιωθα όταν ήμουνα μικρός. Η ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή της Αμερικής σε πολιτικές δολοπλοκίες εναντίον μικρών χωρών με έκαναν να το δω αλλιώς το πράγμα. Και σε πολλά πράγματα τη μίσησα αυτή τη χώρα.
Όμως ποτέ δεν έχασα την αίσθηση οικειότητας που ένιωθα παρολαυτά. Είδα κι άλλες σημαντικές ταινίες που αγάπησα πολύ και γυρίστηκαν είτε από Αμερικανούς, είτε από Ευρωπαίους και που είχαν για θέμα την Αμερική. "Το δικό μου Άινταχο", "Ένας Αμερικανός φίλος", "Αποκάλυψη τώρα", "Θέλμα και Λουίζ", "Μανχάταν", "Πλατούν", κάποιες από αυτές.
Πάντοτε το αίσθημα του θαυμασμού και καμμιά φορά και του δέους που αισθανόμουνα δεν έλεγε να με αφήσει.
Από πού πήγαζαν και πηγάζουν λοιπόν αυτά τα συναισθήματα;
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές. Νομίζω ότι αυτό που με κάνει να αισθάνομαι έτσι είναι η αίσθηση της πολυπολιτισμικότητας.
Πάντοτε μου τραβούσε την περιέργεια το άγνωστο. Πάντοτε, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ήθελα να γνωρίσω καινούργιους κόσμους και καινούργιους ανθρώπους, καινούργιους πολιτισμούς. Και νομίζω ότι εκεί είναι που συναντιέμαι με την κουλτούρα αυτής της χώρας και των κατοίκων της.
Μια χώρα που δημιουργήθηκε από μια χούφτα Ευρωπαίους τυχοδιώκτες, που πήγαν εκεί με μόνο κίνητρο τη μαγεία που τους ασκούσε το άγνωστο και χωρίς κανένα εφόδιο. Που χρειάστηκε να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους για να καταφέρουν να ορθοποδήσουν. Αυτό το άγνωστο και η φυγή ήταν που πάντοτε με μάγευε κι εμένα.
Μου έχουν δοθεί πολλές ευκαιρίες μέχρι τώρα να επισκεφθώ την Αμερική. Έχω ένα σωρό φίλους, Έλληνες και Αμερικάνους που οι πόρτες τους είναι πάντα ανοιχτές. Ποτέ μέχρι τώρα δεν το έπραξα.
Απορροφημένος στο κυνήγι ενός παιδικού ονείρου, που πρέπει να το φτάσω μέχρι το τέρμα για να είμαι συνεπής με τον εαυτό μου, είχα πάντα άλλες προτεραιότητες.
Όμως δε θα ξεχάσω ποτέ τους δύο πιο σημαντικούς Αμερικανούς που έχω γνωρίσει ως τώρα.
Ο πρώτος είναι ο Τομ. Γνωριστήκαμε ένα βράδυ σε ένα μπαρ του Λονδίνου το διάστημα που ζούσα εκεί. Η πρώτη γνωριμία ήταν πολύ αναγνωριστική και δεν είπαμε και πολλά πράγματα. Μετά για ένα διάστημα χαθήκαμε. Η τύχη το έφερε να ξανασυναντηθούμε ένα βράδυ στη στάση του λεωφορείου έξω από το σπίτι μου, κάπου στο Βόρειο Λονδίνο. Περάσαμε τις επόμενες 3 περίπου ώρες συζητώντας και πίνοντας σε κάποιο μπαρ στο κέντρο, όπου είπαμε πολλά και προσωπικά πράγματα. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ ανοιχτόμυαλος και με πολλές γνώσεις για την Ελλάδα. Μου ξεκαθάρισε από την αρχή ότι είναι από τους ανθρώπους που αγαπούν πολύ τους φίλους τους και τους φροντίζουν.
Και, προς μεγάλη μου έκπληξη, αυτή του η φράση ήταν πραγματική. Μου σύστησε όλη του την παρέα και πάντα είχα ένα πολύ γλυκό συναίσθημα ότι με νοιάζεται κάθε φορά που τον έβλεπα.
Ένα βράδυ πήγαμε σινεμά να δούμε την ταινία "Monster" με τη Charlize Theron. Ήταν η συγκλονιστική ιστορία μιας λεσβίας πουτάνας που έκανε πιάτσα στους αυτοκινητοδρόμους, και που έγινε serial killer στην Αμερική του 70. Κάποια στιγμή ο Τομ άρχισε να κλαίει. Από διακριτικότητα δεν τον ενόχλησα.
Όταν τελείωσε η ταινία, μού αποκάλυψε ότι η ιστορία της ταινίας ήταν παρόμοια με την ιστορία της μητέρας του.
Η μητέρα του Τομ έφυγε από το σπίτι και εγκατέλειψε τον πατέρα του, τον ίδιο και τον αδερφό του κάπου στο Wiskonsin, και έκτοτε δεν την ξαναείδαν, ούτε επικοινώνησαν ποτέ μαζί της. Τελευταίο νέο που έμαθαν το 1980, λίγα χρόνια αφότου τους εγκατέλειψε, ήταν ότι ζούσε εκδιδόμενη στους αυτοκινητοδρόμους.
Ο δεύτερος είναι ο Ρόμπερτ. Συναντηθήκαμε στην Αθήνα έναν Απρίλιο. Εκείνος ήταν για διακοπές στην Ευρώπη για πρώτη φορά στη ζωή του. Λίγο μετά τα 40 του, ταξίδευε μόνος.
Είχε πρόσφατα αλλάξει επάγγελμα, ή μάλλον είχε καταλήξει σε ένα επάγγελμα, αυτό του ψυχολόγου. Μόλις είχε τελειώσει μια σχολή στο LA και μόλις επέστρεφε θα έπιανε δουλειά σαν ψυχοθεραπευτής. Η Ελλάδα και το ταξίδι του εκείνο, ήταν μάλλον η εκπλήρωση ενός παλιού απωθημένου. Περάσαμε σχεδόν όλο το υπόλοιπο διάστημα της παραμονής του στην Αθήνα μαζί και αποφασίσαμε να συναντηθούμε στην Κωνσταντινούπολη, τελευταίο σταθμό του ταξιδιού του μετά από μερικές μέρες.
Εκεί έμαθα και την ιστορία του: Γεννημένος σε μια πολύ πλούσια οικογένεια στο Rhode Island, ο πατέρας του ήταν τραπεζίτης, βρέθηκε κάποια στιγμή σε πολύ κακή οικονομική κατάσταση, όπως και όλη η οικογένεια, όταν ο πατέρας του εξαπατήθηκε από τον αδερφό του και πούλησε την τράπεζα που είχε σε μια πολύ χαμηλή τιμή. Έκτοτε ζούσε στη Νέα Υόρκη, προσπαθώντας να ορθοποδήσει οικονομικά.
Όταν χρειάστηκε να φύγει και έπρεπε να χωρίσουμε μου ήταν πολύ δύσκολο. Οι τρεις μέρες που είχαμε περάσει μαζί και με έκαναν να τον γνωρίσω καλύτερα, με έκαναν να το αντιμετωπίζω σαν απώλεια. Χωρίσαμε χωρίς να πούμε πολλές κουβέντες, μόνο με την υπόσχεση να ξαναβρεθούμε
Το βιβλίο λέγεται "Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής" και μιλάει για την περίοδο λίγο πριν και μέχρι το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, στην Αμερική, μια εποχή όπου ο συγγραφέας ήταν παιδί.
Πάντα με εντυπωσίαζε η οικειότητα που αισθανόμουν με κάποιες πλευρές της Αμερικής.
Μια χώρα που γνώρισα από το σινεμά και που ακόμα και σήμερα δεν έχω επισκεφτεί.
Όταν ήμουν παιδί οι μόνες πληροφορίες που είχα για την Αμερική ήταν μόνο οι ταινίες που παίζονταν στο σινεμά και που σχεδόν όλοι με αυτές μεγαλώσαμε.
Θυμάμαι να πηγαίνω και να στήνομαι στην ουρά για να δω το "Superman", και να θαυμάσω τον Christofer Reeve να κατατροπώνει τον κακό Lex Luthor. Ήμουν τότε 9 χρονών και την ταινία δε μπορούσα να τη βγάλω από το μυαλό μου. Την είδα συνολικά 9 φορές. Ο καλός Clark Kent ήταν για μένα τότε ο ήρωάς μου. Ο άνθρωπος τη ζωή του οποίου θα θελα να ζω.
Μεγαλώνοντας τα συναισθήματα μου άλλαξαν, ή μάλλον εμπλουτίστηκαν. Και λέω εμπλουτίστηκαν, γιατί δεν ένιωθα πια το θαυμασμό και μόνο που ένιωθα όταν ήμουνα μικρός. Η ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή της Αμερικής σε πολιτικές δολοπλοκίες εναντίον μικρών χωρών με έκαναν να το δω αλλιώς το πράγμα. Και σε πολλά πράγματα τη μίσησα αυτή τη χώρα.
Όμως ποτέ δεν έχασα την αίσθηση οικειότητας που ένιωθα παρολαυτά. Είδα κι άλλες σημαντικές ταινίες που αγάπησα πολύ και γυρίστηκαν είτε από Αμερικανούς, είτε από Ευρωπαίους και που είχαν για θέμα την Αμερική. "Το δικό μου Άινταχο", "Ένας Αμερικανός φίλος", "Αποκάλυψη τώρα", "Θέλμα και Λουίζ", "Μανχάταν", "Πλατούν", κάποιες από αυτές.
Πάντοτε το αίσθημα του θαυμασμού και καμμιά φορά και του δέους που αισθανόμουνα δεν έλεγε να με αφήσει.
Από πού πήγαζαν και πηγάζουν λοιπόν αυτά τα συναισθήματα;
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές. Νομίζω ότι αυτό που με κάνει να αισθάνομαι έτσι είναι η αίσθηση της πολυπολιτισμικότητας.
Πάντοτε μου τραβούσε την περιέργεια το άγνωστο. Πάντοτε, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ήθελα να γνωρίσω καινούργιους κόσμους και καινούργιους ανθρώπους, καινούργιους πολιτισμούς. Και νομίζω ότι εκεί είναι που συναντιέμαι με την κουλτούρα αυτής της χώρας και των κατοίκων της.
Μια χώρα που δημιουργήθηκε από μια χούφτα Ευρωπαίους τυχοδιώκτες, που πήγαν εκεί με μόνο κίνητρο τη μαγεία που τους ασκούσε το άγνωστο και χωρίς κανένα εφόδιο. Που χρειάστηκε να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους για να καταφέρουν να ορθοποδήσουν. Αυτό το άγνωστο και η φυγή ήταν που πάντοτε με μάγευε κι εμένα.
Μου έχουν δοθεί πολλές ευκαιρίες μέχρι τώρα να επισκεφθώ την Αμερική. Έχω ένα σωρό φίλους, Έλληνες και Αμερικάνους που οι πόρτες τους είναι πάντα ανοιχτές. Ποτέ μέχρι τώρα δεν το έπραξα.
Απορροφημένος στο κυνήγι ενός παιδικού ονείρου, που πρέπει να το φτάσω μέχρι το τέρμα για να είμαι συνεπής με τον εαυτό μου, είχα πάντα άλλες προτεραιότητες.
Όμως δε θα ξεχάσω ποτέ τους δύο πιο σημαντικούς Αμερικανούς που έχω γνωρίσει ως τώρα.
Ο πρώτος είναι ο Τομ. Γνωριστήκαμε ένα βράδυ σε ένα μπαρ του Λονδίνου το διάστημα που ζούσα εκεί. Η πρώτη γνωριμία ήταν πολύ αναγνωριστική και δεν είπαμε και πολλά πράγματα. Μετά για ένα διάστημα χαθήκαμε. Η τύχη το έφερε να ξανασυναντηθούμε ένα βράδυ στη στάση του λεωφορείου έξω από το σπίτι μου, κάπου στο Βόρειο Λονδίνο. Περάσαμε τις επόμενες 3 περίπου ώρες συζητώντας και πίνοντας σε κάποιο μπαρ στο κέντρο, όπου είπαμε πολλά και προσωπικά πράγματα. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ ανοιχτόμυαλος και με πολλές γνώσεις για την Ελλάδα. Μου ξεκαθάρισε από την αρχή ότι είναι από τους ανθρώπους που αγαπούν πολύ τους φίλους τους και τους φροντίζουν.
Και, προς μεγάλη μου έκπληξη, αυτή του η φράση ήταν πραγματική. Μου σύστησε όλη του την παρέα και πάντα είχα ένα πολύ γλυκό συναίσθημα ότι με νοιάζεται κάθε φορά που τον έβλεπα.
Ένα βράδυ πήγαμε σινεμά να δούμε την ταινία "Monster" με τη Charlize Theron. Ήταν η συγκλονιστική ιστορία μιας λεσβίας πουτάνας που έκανε πιάτσα στους αυτοκινητοδρόμους, και που έγινε serial killer στην Αμερική του 70. Κάποια στιγμή ο Τομ άρχισε να κλαίει. Από διακριτικότητα δεν τον ενόχλησα.
Όταν τελείωσε η ταινία, μού αποκάλυψε ότι η ιστορία της ταινίας ήταν παρόμοια με την ιστορία της μητέρας του.
Η μητέρα του Τομ έφυγε από το σπίτι και εγκατέλειψε τον πατέρα του, τον ίδιο και τον αδερφό του κάπου στο Wiskonsin, και έκτοτε δεν την ξαναείδαν, ούτε επικοινώνησαν ποτέ μαζί της. Τελευταίο νέο που έμαθαν το 1980, λίγα χρόνια αφότου τους εγκατέλειψε, ήταν ότι ζούσε εκδιδόμενη στους αυτοκινητοδρόμους.
Ο δεύτερος είναι ο Ρόμπερτ. Συναντηθήκαμε στην Αθήνα έναν Απρίλιο. Εκείνος ήταν για διακοπές στην Ευρώπη για πρώτη φορά στη ζωή του. Λίγο μετά τα 40 του, ταξίδευε μόνος.
Είχε πρόσφατα αλλάξει επάγγελμα, ή μάλλον είχε καταλήξει σε ένα επάγγελμα, αυτό του ψυχολόγου. Μόλις είχε τελειώσει μια σχολή στο LA και μόλις επέστρεφε θα έπιανε δουλειά σαν ψυχοθεραπευτής. Η Ελλάδα και το ταξίδι του εκείνο, ήταν μάλλον η εκπλήρωση ενός παλιού απωθημένου. Περάσαμε σχεδόν όλο το υπόλοιπο διάστημα της παραμονής του στην Αθήνα μαζί και αποφασίσαμε να συναντηθούμε στην Κωνσταντινούπολη, τελευταίο σταθμό του ταξιδιού του μετά από μερικές μέρες.
Εκεί έμαθα και την ιστορία του: Γεννημένος σε μια πολύ πλούσια οικογένεια στο Rhode Island, ο πατέρας του ήταν τραπεζίτης, βρέθηκε κάποια στιγμή σε πολύ κακή οικονομική κατάσταση, όπως και όλη η οικογένεια, όταν ο πατέρας του εξαπατήθηκε από τον αδερφό του και πούλησε την τράπεζα που είχε σε μια πολύ χαμηλή τιμή. Έκτοτε ζούσε στη Νέα Υόρκη, προσπαθώντας να ορθοποδήσει οικονομικά.
Όταν χρειάστηκε να φύγει και έπρεπε να χωρίσουμε μου ήταν πολύ δύσκολο. Οι τρεις μέρες που είχαμε περάσει μαζί και με έκαναν να τον γνωρίσω καλύτερα, με έκαναν να το αντιμετωπίζω σαν απώλεια. Χωρίσαμε χωρίς να πούμε πολλές κουβέντες, μόνο με την υπόσχεση να ξαναβρεθούμε
2 σχόλια:
Πολύ συγκινητικό και πολύ όμορφο πόστ!
Απο βιβλία, έχω να σου προτείνω το "Ανθρωπινο Στίγμα", πάλι του Ροθ και το βιογραφικό "Ενας Ανθρωπος Χωρίς Πατρίδα" του Βονεγκατ.
Απο κόμικς να διαβασεις όπωσδήποτε το "Watchmen" των Alan Moore και Dave Gibson.
Σ' ευχαριστώ yellow kid:)
Μόλις ξεκίνησα το "Αμερικάνικο ειδύλλιο", πάλι του Ροθ. Το "Ανθρώπινο στίγμα" είναι στα επόμενα. :)
Το βιβλίο του Βόνεγκατ δεν το ξέρω αλλά θα το βρω και θα το διαβάσω!
Το ίδιο και το comic
Δημοσίευση σχολίου